Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Η Βουλή

ΘΕΜΑ " Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την οδηγία 2006/43/ΕΚ περί υποχρεωτικών ελέγχων των ετήσιων και ενοποιημένων λογαριασμών ,για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/εοκ του συμβουλίου και άλλες διατάξεις."
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 23/7/2008
ΤΥΠΟΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ Ομιλία

Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Κυβέρνηση, κατά την προσφιλή της πρακτική, εν μέσω θέρους, στο πρώτο Θερινό Τμήμα των Διακοπών, σε ένα νομοσχέδιο που στόχο έχει να ενσωματώσει την νέα όγδοη Ευρωπαϊκή Οδηγία φέρνει έξι τροπολογίες παντελώς άσχετες με το υπό συζήτηση νομοσχέδιο.

Σημειώνω ότι οι δυο από αυτές έχουν ήδη ενσωματωθεί -η τροπολογία για τον Ελαιώνα και η τροπολογία για τους σεισμόπληκτους- φέρνει, όμως, και τις τροπολογίες για την Πολιτική Αεροπορία, για την ΕΘΕΛ και για τις συγκοινωνίες, για το Γήπεδο της Λάρισας, για τα ενέχυρα, για τα προγράμματα «Προεργασία» του ΟΑΕΔ, για τον ανακαθορισμό των αρμοδιοτήτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και δεν ξέρω μέχρι αύριο, που θα μπούμε στη συζήτηση των τροπολογιών, τι άλλη τροπολογία θα έχει κατατεθεί.

Θέλω να σημειώσω ότι κάθε μια από αυτές τις τροπολογίες θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ξεχωριστό σχέδιο νόμου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή η συμπεριφορά της Κυβέρνησης υποβαθμίζει και απαξιώνει το ρόλο του Εθνικού μας Κοινοβουλίου και τις δημοκρατικές διαδικασίες που έχουμε θεσπίσει και θα έπρεπε κανονικά να τηρούμε απαρέγκλιτα.

Δημιουργεί μια εικόνα στους πολίτες ότι το Κοινοβούλιο αβασάνιστα μπορεί να νομιμοποιεί τα πάντα. Δημιουργεί την εικόνα ότι περιφρονούμε και τους φορείς και τους εκπροσώπους των πολιτών που έπρεπε, κάτω από ομαλές συνθήκες και αν τα συγκεκριμένα νομοσχέδια δεν είχαν τη μορφή τροπολογίας, να τους καλέσουμε και να τους ακούσουμε.

Για παράδειγμα Κύριε Υπουργέ, δεν μπορεί με μια τροπολογία -και αναφέρομαι ειδικά σ’ αυτήν που αφορά στο πρόγραμμα «Προεργασία» του ΟΑΕΔ- να θέλετε να ανοίξουμε ένα νέο πελατειακό σύστημα, μια νέα στρατιά συμβασιούχων πολιτικών ομήρων, που εσείς στο παρελθόν κατ’ επανάληψη είχατε καταγγείλει. Τι είδους πρόγραμμα είναι αυτό -θα τα πούμε αύριο αναλυτικά- που θα διαχειρίζεται χρήματα του κρατικού Προϋπολογισμού με πλήρη αδιαφάνεια, κάνοντας επιλεκτικές προσλήψεις «γαλάζιων» παιδιών και μοιράζοντας εξυπηρετήσεις σε επιχειρήσεις και ημετέρους; Αυτές οι τροπολογίες, κύριε Υπουργέ, πρέπει να αποσυρθούν.
Η μόνη τροπολογία, η οποία είναι συναφής, έχει συζητηθεί με τους ενδιαφερόμενους και αποτελεί πρόταση του Οικονομικού Επιμελητηρίου, είναι αυτή που αφορά τα επαγγελματικά δικαιώματα των πτυχιούχων των ΤΕΙ, την οποία και θα καταθέσω. Τους είχατε υποσχεθεί ότι θα την φέρνατε σ’ αυτό το νομοσχέδιο. Είναι η μόνη συναφής τροπολογία, την οποία δυστυχώς δεν φέρατε, ενώ, όπως είπα, φέρνετε σωρεία άλλων τροπολογιών. Την καταθέτω για τα Πρακτικά.
Σε ό,τι αφορά το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου, η χώρα μας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είχε ήδη προσαρμόσει τον ελεγκτικό θεσμό και τις διαδικασίες χορήγησης άδειας ελεγκτών με την παλιά όγδοη Οδηγία. Η δε Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, το Συμβούλιο Λογιστικής Τυποποίησης και το Συμβούλιο Ποιοτικού Ελέγχου λειτουργούσαν ήδη με βάση το ν.3148/2003, ασκώντας εποπτεία στο Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών για την τήρηση των κανόνων που διέπουν την άσκηση λειτουργίας των μελών του.
Τι κάνει τώρα η Ευρωπαϊκή Ένωση; Με τη νέα όγδοη Οδηγία, αυτήν που έχουμε υπό συζήτηση, δηλαδή την Οδηγία 2006/43, η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλησε κυρίως να επιβάλει τη δημόσια εποπτεία των ελεγκτών και των ελεγκτικών εταιρειών ιδίως μετά την κατάρρευση της Andersen εξαιτίας του λογιστικού σκανδάλου της υπόθεσης Εnron.
Η εξέλιξη αυτή άφησε την αγορά με τέσσερις μόνο μεγάλες εταιρείες στον τομέα αυτό, την Price Water House Coopers, την Deloitte, την Ernst & Young, και την KPMG. Οι τέσσερις αυτές μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες ελέγχουν σχεδόν το σύνολο των μεγάλων εταιρειών στον πλανήτη και περισσότερο από τα 4/5 των εισηγμένων εταιρειών στην Ευρώπη. Και τέτοιος, εξαιρετικός θα έλεγα βαθμός συγκέντρωσης, υπάρχει και στη χώρα μας. Είναι ανάγκη, λοιπόν, και γι’ αυτό ήρθε αυτή η Οδηγία, να υπάρξει διαφάνεια και ένας διαχωρισμός μεταξύ της άσκησης του επαγγέλματος και της δημόσιας εποπτείας .
Με τη νέα Οδηγία, αυτή που πάμε να ενσωματώσουμε, για τα θέματα της χορήγησης των επαγγελματικών αδειών, των επαγγελματικών εξετάσεων, της πρακτικής άσκησης, των προσόντων των ελεγκτών και της τήρησης του μητρώου των ελεγκτών και των ελεγκτικών εταιρειών, η συντριπτική πλειοψηφία των σχετικών άρθρων της παλιάς Οδηγίας για τα θέματα αυτά –το τονίζω- παραμένει η ίδια.
Θέλω, λοιπόν, από την αρχή να ξεκαθαρίσω ότι ως ΠΑ.ΣΟ.Κ. διαφωνούμε επί της αρχής, όχι με την Οδηγία αυτή καθ’ αυτή, αλλά με τον τρόπο που η Κυβέρνηση την εξειδικεύει και την ενσωματώνει στο εσωτερικό μας δίκαιο.

Στην πραγματικότητα, με αφορμή την Οδηγία και την επικαλούμενη ανάγκη ενσωμάτωσής της, η Κυβέρνηση φέρνει διατάξεις που αλλοιώνουν και το γράμμα και το πνεύμα της Οδηγίας, για να μην πω ότι εξυπηρετούν άλλες σκοπιμότητες.
Θέλω να σημειώσω ότι αυτό γίνεται την ίδια στιγμή που και οι πιο φιλελεύθερες στον κόσμο κυβερνήσεις αναγκάζονται να εισάγουν κανόνες λειτουργίας και θεσμούς για να υπάρχει διαφάνεια, να υπάρχει αυστηρός και ουσιαστικός έλεγχος, να υπάρχει ανεξάρτητη και αξιόπιστη κρίση στα οικονομικά θέματα και για να αποφεύγονται φαινόμενα σαν και αυτά που ανέφερα πριν στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και γίνεται αυτό όταν αποτελεί κοινή συνείδηση πλέον, όχι μόνο σε μας, αλλά και στους πολίτες, ότι η άσκηση του επαγγέλματος του ελεγκτή απαιτεί τεράστιες γνώσεις, με πολλαπλές απαιτήσεις και ικανότητες πέρα από το πτυχίο, το οποίο πρέπει να εξακολουθήσει να τίθεται σαν ελάχιστο προσόν για τα δεδομένα της χώρας μας.
Ποια είναι, λοιπόν, τούτων δοθέντων, τα βασικά σημεία της διαφωνίας μας επί της αρχής του συγκεκριμένου νομοσχεδίου;
Το πρώτο αφορά την Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων. Η Επιτροπή αυτή με βάση το σχέδιο νόμου δεν αποτελεί ανεξάρτητη διοικητική Αρχή, όπως επί της ουσίας της προδιαγράφει η ίδια η Οδηγία. Και αυτό γιατί τον ουσιαστικό έλεγχο τον έχει το Υπουργείο Οικονομικών, αφού ως κανονιστική πράξη της ΕΛΤΕ θεωρείται η έκδοση Υπουργικών Αποφάσεων από το Υπουργείο Οικονομίας, μετά από πρότασή της. Στην ουσία δηλαδή η ΕΛΤΕ γίνεται το μακρύ χέρι του Υπουργείου Οικονομικών. Και γίνεται αυτό, πρώτον, για τους ελέγχους και για την επιβολή προστίμων στις ελεγκτικές εταιρείες και δεύτερον για το σύνολο σχεδόν όσων προβλέπονται για το ελεγκτικό επάγγελμα.

Θέλω να σημειώσω, αγαπητοί συνάδελφοι, ότι η παρέμβαση αυτή, την οποία κάνει η Κυβέρνηση στο ν.3148/2003 σε ό,τι αφορά την ΕΛΤΕ, είναι η δεύτερη παρέμβαση. Η πρώτη έγινε με το ν.3301/2004 με το άρθρο 18, όταν τροποποιήθηκε η σύνθεση της ΕΛΤΕ και εκδιώχθηκαν οι εκπρόσωποι του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών και του Οικονομικού Επιμελητηρίου.
Η δεύτερη μεγάλη μας διαφωνία με το παρόν νομοσχέδιο είναι η σαφέστατη προσπάθεια να καταστεί η ΕΛΤΕ και εντέλει το ίδιο το Υπουργείο Οικονομικών, όχι μόνο όργανο δημόσιας εποπτείας για τον ελεγκτικό θεσμό, αλλά και όργανο υποκατάστασης και ακύρωσης των επαγγελματικών φορέων των ελεγκτών, δηλαδή υποκατάστασης και ακύρωσης του ίδιου του ΣΟΕΛ που είναι ο φορέας, ο οποίος λειτουργεί το επάγγελμα.
Και τούτο παρά το γεγονός ότι από την Οδηγία στα άρθρα 3 παράγραφος 2 και 32 και 35 τα όργανα αυτά ούτε απαιτούνται, αλλά ούτε με βάση την Οδηγία θα ήταν θεμιτό να συμπίπτουν. Και θέλω να τονίσω ότι σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχει διαχωρισμός της δημόσιας εποπτείας από τους επαγγελματικούς φορείς που ασκούν το επάγγελμα του ορκωτού ελεγκτή λογιστή.
Μέσα από αυτό το σχέδιο νόμου επιχειρείται δηλαδή να αφαιρεθεί μια σειρά από αρμοδιότητες που αφορούν στη λειτουργία του επαγγέλματος και τις είχε μέχρι σήμερα ο ΣΟΛ και να δοθούν στην ΕΛΤΕ, η χορήγηση των αδειών, η εκπαίδευση των ελεγκτών, η τήρηση του δημόσιου μητρώου, χωρίς το ξανατονίζω, αυτό να απαιτείται από την Οδηγία.

Μέχρι σήμερα αγαπητοί συνάδελφοι, το Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών, ο επαγγελματικός φορέας του ελεγκτικού επαγγέλματος που λειτουργεί στη χώρα μας από το 1955, χορηγούσε τις άδειες ασκήσεως επαγγέλματος των ορκωτών ελεγκτών λογιστών σε πτυχιούχους πανεπιστημίων μετά από διετή κύκλο μαθημάτων στην εφηρμοσμένη ελεγκτική λογιστική, στο φορολογικό δίκαιο, στο δίκαιο των εταιρειών μετά από εξετάσεις που διενεργούντο από ειδική επιτροπή που όριζε ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών. Επίσης, τηρούσε το δημόσιο μητρώο των ορκωτών ελεγκτών και των ελεγκτικών εταιρειών. Και αυτά χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε αμφισβήτηση για τη διαφάνεια και την αυστηρότητα της διαδικασίας χορήγησης των αδειών και χωρίς να αναιρείται η ήδη προβλεπόμενη εποπτεία του ΣΟΕΛ που υπήρχε το ξανατονίζω από την ΕΛΤΕ η οποία είχε θεσπιστεί με το νόμο του 2003 τον οποίο ανέφερα.
Γιατί λοιπόν, απαιτήθηκε η απογύμνωση του ΣΟΕΛ από αυτές τις αυτονόητες επαγγελματικές του αρμοδιότητες; Όπως η ΕΛΤΕ σε υλοποίηση της Οδηγίας, ελέγχει το ΣΠΕ, το Συμβούλιο Ποιοτικού Ελέγχου, έτσι θα μπορούσε να ελέγξει και τον ΣΟΕΛ, να έχει δηλαδή την τελική ευθύνη όπως ρητώς αναφέρει το άρθρο 33 παράγραφος 4 της Οδηγίας για την τήρηση του μητρώου, τις εξετάσεις απόκτησης της άδειας, τη συνεχή εκπαίδευση, την τήρηση της επαγγελματικής δεοντολογίας και των εσωτερικών ελέγχων ποιότητας.

‘Όμως η πιο σοβαρή και τρίτη μεγάλη διαφωνία μας αφορά στον ακατανόητο κυριολεκτικά υποβιβασμό των απαιτούμενων στη χώρα μας προσόντων για την απόκτηση της άδειας του ελεγκτή. Και αυτό χωρίς να έχει αλλάξει τίποτα σε σχέση με την προηγούμενη Οδηγία.
Για να είναι κάποιος ελεγκτής μέχρι σήμερα, όπως προβλέπεται από έναν παλιό νόμο, τον 2190 του 1920 απαιτείται πτυχίο οικονομικού Πανεπιστημίου και πενταετής τουλάχιστον προϋπηρεσία λογιστή.
Έρχεται λοιπόν τώρα η Κυβέρνηση με βάση τα προτεινόμενα στο παρόν νομοσχέδιο στο άρθρο 6, και θεωρεί ότι μπορεί να είναι κάποιος ελεγκτής μόνο με απολυτήριο Λυκείου και τριετή άσκηση.

Είναι καθαρό, είναι φανερό ότι υποβαθμίζει έτσι και τα πτυχία των οικονομικών πανεπιστημίων και του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, υποβαθμίζει τον ίδιο τον θεσμό του ελέγχου και μάλιστα σε μια πάρα πολύ κρίσιμη περίοδο. Και ήταν φανερό ότι σε σχέση με το ζήτημα αυτό θα υπήρχε σωρεία αντιδράσεων.
Ήδη υπάρχει ριζική αντίθεση του ΣΟΕΛ, υπάρχει ριζική αντίθεση του Οικονομικού Επιμελητήριου Ελλάδας και επιστολή του στον Πρωθυπουργό. Υπάρχει ριζική αντίθεση της Συγκλήτου του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου. Υπάρχει αντίθεση του προσωπικού του ΣΟΕΛ και μια σειρά από άλλες αντιδράσεις. Αυτά τα καταθέτω στα Πρακτικά, για τη φοβερή αυτή υποβάθμιση η οποία δημιουργείται.
Η κατάργηση της προϋπόθεσης κατοχής του πανεπιστημιακού τίτλου θα έλεγα ότι σκόπιμα επιχειρήθηκε να αντιπαραβληθεί και σκόπιμα συγχέεται με το άνοιγμα του επαγγέλματος.
Κύριε Υπουργέ, όλοι θέλουμε το άνοιγμα του επαγγέλματος. Όμως αυτό δεν σημαίνει υποβάθμιση του κύρους και του επιπέδου των ελέγχων. Δεν σημαίνει υποβάθμιση του ίδιου του επαγγέλματος. Άλλωστε οι προϋποθέσεις που θέτει η οδηγία είναι οι ελάχιστες. Ακόμη και αν συμφωνούσαμε στην ερμηνεία που κάνει η Κυβέρνηση, τίποτα δεν μας εξαναγκάζει να υποβαθμίσουμε το επίπεδο των απαιτούμενων κριτηρίων και τίτλων, παρά το εμπόριο ελπίδας που επιχειρείτε να κάνετε στους έχοντες απολυτήριο λυκείου, ότι δήθεν κάποιοι απ’ αυτούς θα γίνουν ελεγκτές. Γιατί είναι εμπόριο ελπίδας αυτό που επιχειρείται να γίνει.
Ακόμη και στη Μεγάλη Βρετανία το σύστημα της οποίας επικαλείστε ως Κυβέρνηση και όπου η κατοχή πτυχίου δεν είναι βασική προϋπόθεση, μόνο το 3% αυτών που εισέρχονται στο επάγγελμα δεν έχουν οικονομικό πτυχίο. Όλοι οι άλλοι έχουν οικονομικό πτυχίο.
Στο ψευδοδίλλημα που μας έθεσε ο κ. Παπαθανασίου στην Επιτροπή, όπου είπε για ενίσχυση της συντεχνιακής λογικής ή τάξης στο επάγγελμα, εμείς απαντάμε: η Κυβέρνηση με αυτό το σχέδιο νόμου δεν θέτει -γιατί δεν θέλει να θέσει-, καμιά τάξη στο επάγγελμα των Ελεγκτών Λογιστών. Ενισχύει την αδιαφάνεια σε μια οικονομία που κυριαρχείται από καρτέλ και ανομολόγητες διαπλοκές συμφερόντων, σε μια χώρα που μαστίζεται από οικονομικά σκάνδαλα, από δημιουργικές λογιστικές επιχειρώντας να ελέγξει, να χειραγωγήσει το επάγγελμα, μετατρέποντας και την ίδια την ΕΛΤΕ σε μια ακόμη διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών.

Τέλος, κρίσιμο ζήτημα αποτελεί και η σωστή μεταφορά των προδιαγραφών της Οδηγίας για την ανεξάρτητη συγκρότηση και λειτουργία της ΕΛΤΕ και του ΣΠΕ για τη διαφανή, αποτελεσματική και ανεξάρτητη διαδικασία διενέργειας ποιοτικών ελέγχων. Εμείς προτείνουμε και ζητάμε από την Κυβέρνηση η σύνθεση και των δυο αυτών οργάνων να παραμείνει αυτή που ήταν με το νόμο 3148/03 πριν τροποποιηθεί από την Κυβέρνηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θεωρούμε απαράδεκτο ότι η Κυβέρνηση με αφορμή την Οδηγία αντί να προσαρμόσει στις σύγχρονες απαιτήσεις, να αναβαθμίσει και να αυξήσει το κύρος και την αξιοπιστία του ελεγκτικού επαγγέλματος, επιχειρεί να χειραγωγήσει διοικητικά και κομματικά τους φορείς και τη διαδικασία των Ορκωτών Λογιστών, προχωρεί σε μια τέτοια κατεύθυνση ενώ κανονικά θα έπρεπε να εκσυγχρονίσει, να κάνει περισσότερο διαφανές και αποτελεσματικό το συγκεκριμένο επάγγελμα και τον συγκεκριμένο κλάδο.

Γι’ αυτό και καταψηφίζουμε επί της αρχής το σχέδιο νόμου της Κυβέρνησης και την καλούμε να εγκαταλείψει τη λαμπρή παράδοση που έχει αναπτύξει όλο το τελευταίο χρονικό διάστημα στην κηδεμόνευση των αρχών. Ήδη τώρα –και γι’ αυτό καθυστερήσαμε κύριε Υπουργέ- ήμασταν στην Επιτροπή Οικονομικών όπου και εκεί επιχειρείται ένας άνευ προηγουμένου έλεγχος στην ανεξάρτητη Αρχή ξεπλύματος του βρώμικου χρήματος με το σχέδιο νόμου που έχετε καταθέσει. Και ο κ. Ζορμπάς θα ήταν πολύ αποκαλυπτικός …

Η Κυβέρνηση καλά θα κάνει να εγκαταλείψει την λαμπρή της παράδοση στην κηδεμόνευση των Αρχών, να εναρμονιστεί με αυτά που πραγματικά προβλέπει η Οδηγία και να διαχωρίσει όπως οφείλει το ποιος ασκεί τη δημόσια εποπτεία και τον έλεγχο και το ποιος λειτουργεί το ελεγκτικό επάγγελμα.
Εμείς είναι φανερό ότι υπό αυτές τις συνθήκες καταψηφίζουμε επί της αρχής το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Δεν καταψηφίζουμε την οδηγία, καταψηφίζουμε το νομοσχέδιο. Σας ευχαριστώ πολύ.