Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Η Βουλή

ΘΕΜΑ " Την ελάφρυνση των νοικοκυριών και την προστασία των καταναλωτών από την υπερχρέωση ."
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 10/7/2008
ΤΥΠΟΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ Ομιλία

10-07-2008

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η υπερχρέωση των νοικοκυριών στις τράπεζες αποτελεί πλέον μάστιγα και για τα νοικοκυριά, αλλά και για την ελληνική οικονομία. Τα χρέη προς τις τράπεζες ξεπέρασαν το τελευταίο χρονικό διάστημα τα 100 δισεκατομμύρια. Τα χρέη των νοικοκυριών ξεπέρασαν τα χρέη των επιχειρήσεων και σαν ποσοστό του Α.Ε.Π. διπλασιάστηκαν τα τελευταία πέντε χρόνια.

Έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδος για το δανεισμό αποδεικνύει ότι το 51,4% των νοικοκυριών οφείλουν κάποιο δάνειο. Η λεγόμενη μεσαία τάξη δίνει έως και το 1/3 του μηνιαίου οικογενειακού της εισοδήματος, προκειμένου να αποπληρώνει τα δάνεια που έχει πάρει από τις τράπεζες.

Είναι γεγονός ότι ο ρυθμός αύξησης των δανείων στη χώρα μας είναι από τους μεγαλύτερους. Είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά από τη Σλοβενία. Τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αλλά και της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι πρωταθλήτριες σε ό,τι αφορά τα επιτόκια της καταναλωτικής πίστης. Έτσι, εκατομμύρια ελληνικά νοικοκυριά που αγοράζουν με χρήση της πιστωτικής τους κάρτας, επιβαρύνονται πολύ περισσότερο απ’ ό,τι ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης.

Συνολικά –και για να μην σας ζαλίσω με νούμερα- το «καπέλο» που εφαρμόζουν οι ελληνικές τράπεζες συγκριτικά με τις ευρωπαϊκές, λόγω του υψηλότερου επιτοκίου, κοστίζει τουλάχιστον 1,7 δισεκατομμύρια ετησίως στον Έλληνα καταναλωτή.

Η κατάσταση βέβαια αυτή θα χειροτερέψει στο χρονικό διάστημα που έχουμε μπροστά μας λόγω της έξαρσης του πληθωρισμού. Ο επίσημος είναι 5%, ο ανεπίσημος ξεπερνά το 8% και της εντεινόμενης ακρίβειας, καθώς και της αυξημένης φορολογικής επιβάρυνσης και της περαιτέρω μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών.

Είχαμε προχθές –και το γνωρίζετε όλοι- μία νέα, την ένατη κατά σειρά, αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων που φθάνουν το 4,25%, μια αύξηση η οποία θα σημάνει την αφαίρεση από 20 μέχρι 50 ευρώ από τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς το μήνα, λόγω της αύξησης των επιτοκίων που με το παραπάνω θα χρεώσουν οι ελληνικές τράπεζες, ιδιαίτερα σε εκείνους που έχουν κυμαινόμενα επιτόκια.

Έχουμε στη χώρα μας τα υψηλότερα υπερκέρδη στις τράπεζες από όλο το τραπεζικό σύστημα στην ευρωζώνη και ταυτόχρονα τις περισσότερες κατασχέσεις και πλειστηριασμούς. Ήδη, τριάντα χιλιάδες στεγαστικά δάνεια που εκταμιεύτηκαν την τελευταία εξαετία έχουν σταματήσει να εξυπηρετούνται και οι κατασχέσεις μέσω των πλειστηριασμών ξεπέρασαν τις εκατό χιλιάδες το 2007 μόνο για την περιοχή του Λεκανοπεδίου. Αυξήθηκαν κατά 22% έναντι του 2006.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τούτων δοθέντων, σε μια κοινωνία ισονομίας, σε μια ώριμη οικονομικά και παραγωγικά χώρα, δεν μπορεί να μένουμε απαθείς μπροστά σε τέτοια φαινόμενα. Εμείς –και το ξεκαθαρίζουμε αυτό- θέλουμε τις τράπεζες να επενδύουν στο επαγγελματικό ρίσκο, όχι να το μεταθέτουν με το παραπάνω στους δανειολήπτες. Δεν θέλουμε τις τράπεζες να επενδύουν στις κατασχέσεις.

Πέρα από τους μέσους όρους, η υπερχρέωση αποτελεί πλέον ένα εκρηκτικό κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα που επιβαρύνει κυρίως τα χαμηλά και τα μεσαία εισοδήματα.

Γι’ αυτό το λόγο σήμερα επανερχόμαστε, σε σχέση με την πρόταση νόμου που το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είχε καταθέσει το 2006, μια πρόταση νόμου μέσα από την οποία ζητούσαμε τη θέσπιση ανώτατου θεμιτού επιτοκίου, σε ό,τι αφορά τα καταναλωτικά δάνεια που είπα ότι είμαστε πρωταθλητές στην Ευρώπη, που ζητούσαμε τότε την επιβολή συγκεκριμένων απαγορεύσεων στις εισπρακτικές εταιρείες που συμπεριφέρονται απαράδεκτα και παράνομα ταυτόχρονα και ζητούσαμε να υπάρξει διαφάνεια στις συναλλαγές με παρέμβαση της Τράπεζας της Ελλάδος και των άλλων ελεγκτικών αρχών.

Δυστυχώς, η πρότασή μας τότε, ερίφθη, κύριε Υπουργέ, από την Κυβέρνησή σας, στο καλάθι των αχρήστων. Σήμερα, προτείνουμε και πρόσθετα μέτρα για να προλάβουμε εκρηκτικές κοινωνικές καταστάσεις, καθώς το πρόβλημα εξακολουθεί και διογκώνεται με πάρα πολύ μεγάλους ρυθμούς.

Η πρότασή μας που ανέλυσε και ο Εισηγητής μας και η κυρία Κατσέλη και οι υπόλοιποι συνάδελφοι, που μίλησαν από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., είναι και ρεαλιστική και εφαρμόσιμη και ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής οικογένειες, αλλά και στις ανάγκες που έχει σήμερα η οικονομία μας. Δεν θα την αναλύσω, αναλύθηκε αρκούντως. Η Κυβέρνηση δεν μπορεί να κωλυσιεργεί άλλο. ‘Εχει υποχρέωση αφενός να στηρίξει τα εισοδήματα που πλήττονται από την ακρίβεια και από τις παραλείψεις, αν θέλετε, και από τις ευθύνες που έχει για τις δικές της πολιτικές και αφετέρου να ελέγξει τη σωστή λειτουργία του ανταγωνισμού από τις πρακτικές των επιχειρήσεων που κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην ελληνική αγορά.

Κατά τη συζήτηση στη Διαρκή Επιτροπή ο Εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας κατηγόρησε τους Ελληνες πολίτες για την ανευθυνότητα και την επιπολαιότητα με την οποία υπερβαίνουν τις ανάγκες τους υπονοώντας πως για την υπερχρέωση φταίνε οι δανειολήπτες που δεν είναι αρκούντως υπεύθυνοι. Σε μια ανθούσα οικονομία ο πολίτης δεν έχει συνήθως πρόβλημα για να ξεπληρώσει τα χρωστούμενα. ‘Όταν όμως η αγοραστική του δύναμη μειώνεται συνεχώς και μειώνεται λόγω της αύξησης των τιμολογίων των Δ.Ε.Κ.Ο., λόγω των φορολογικών επιβαρύνσεων, λόγω των υψηλότερων επιτοκίων και της ακρίβειας συνολικότερα όπως στην ελληνική κοινωνία, είναι φυσικό και επόμενο ότι νομοτελειακά οδηγείται στην υπερχρέωση. Επομένως η υπερχρέωση δεν είναι απλά θέμα ατομικής ευθύνης, όπως θέλει να βλέπει το θέμα η Νέα Δημοκρατία για να απαλλάξει και τον εαυτό της από τη μια πλευρά από τις πολιτικές που ασκεί και τις τράπεζες από την άλλη, αλλά είναι ένα ζήτημα που έχει σχέση με τις ευθύνες και της Κυβέρνησης και του τραπεζικού συστήματος. Γι’ αυτό, είναι απαραίτητο να παρέμβει η πολιτεία με ένα πλέγμα μέτρων, όχι για να δώσει άφεση αμαρτιών στους κακοπληρωτές, αλλά για να υποβοηθήσει το ελληνικό νοικοκυριό να ξεπληρώσει.

Κυρία Πρόεδρε, θέλω να κλείσω, λέγοντας ότι είναι πραγματικά λυπηρό ότι η Κυβέρνηση ακολουθεί σήμερα χειρότερη πρακτική από αυτή που ακολούθησε το 2006. Τότε είχαν ακουστεί και οι φορείς. Σήμερα δεν μπήκε στον κόπο να ακούσει ούτε τους φορείς. Φαίνεται ότι ζητούμενο για την Κυβέρνηση, δεν είναι η λύση του προβλήματος, αλλά η αποκόμιση επικοινωνιακών εντυπώσεων για να εμφανίσει εκ των υστέρων κάποιες από τις δικές μας προτάσεις –γιατί φαίνεται ακόμη και σήμερα ότι δεν δέχεται την πρότασή μας- ότι είναι δικές της προτάσεις σαλαμοποιώντας όπως πάντα, τη δική μας πρόταση.

Κύριε Υπουργέ, πρέπει τελικά να επιλέξετε. Θέλετε λύσεις σε ένα συνεχώς διογκούμενο και εκρηκτικό κοινωνικό πρόβλημα, ή αρκείστε σε εξαγγελίες για επιδόματα ελεημοσύνης στους πιο εξαθλιωμένους φτωχούς συμπολίτες μας, σαν φύλο συκής για πολιτικές, δήθεν, κοινωνικού κράτους; Θέλετε ευνομία, ή ασυδοσία, των ισχυρών της αγοράς; Θέλετε να προστατέψετε τους πολίτες, ή τα συμφέροντα και τα υπερκέρδη των τραπεζών;

Για ακόμη μια φορά οι πολίτες σας κρίνουν, όχι από τα λόγια –από αυτά έχουν χορτάσει- αλλά από τις πράξεις και στο συγκεκριμένο θέμα από τις κωλυσιεργίες και τις παραλείψεις σας. Σας ευχαριστώ πολύ.