Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Άρθρα / Ομιλίες / Συνεντεύξεις

ΘΕΜΑ [Άρθρο] ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ Πολιτικές και προοπτικές για την ελληνική οικονομία Άρθρο του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΣΕΛΑ Προέδρου της Ο.Τ.Ο.Ε.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 25/7/2001

ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Πολιτικές και προοπτικές για την ελληνική οικονομία

 

Άρθρο του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΣΕΛΑ
Προέδρου της Ο.Τ.Ο.Ε.

25/7/2001

Η πλήρης ένταξη της χώρας μας στη ζώνη του ευρώ, θα αλλάξει ριζικά τις συνθήκες και τους όρους του οικονομικού και κοινωνικού μας σχηματισμού, τόσο στη σφαίρα της παραγωγής και της εργασίας, όσο και στη σφαίρα της κυκλοφορίας

Η αποτροπή περιοριστικών πολιτικών στην εργασία επιβάλλει τη διαμόρφωση πολιτικών συνεχούς και συνεπούς ενίσχυσης της παραγωγικότητας, έτσι ώστε η παραγωγικότητα να αυξάνεται ταχύτερα από ότι στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί μόνο μεσο-μακροπρόθεσμα. Η διαδικασία αύξησης της παραγωγικότητας είναι συνήθως αργή, αφού σχετίζεται με τις επενδύσεις, την ανάπτυξη, την τεχνολογία, την οργάνωση της εργασίας, την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Πολύ περισσότερο που η παραγωγικότητα στη χώρα μας υστερεί σημαντικά και έχουμε να καλύψουμε μεγάλη απόσταση.

Έτσι υπάρχει κίνδυνος οι πιέσεις του διεθνούς ανταγωνισμού στην οικονομία μας, να εκτονωθούν στις κυριότερες συνιστώσες της εργασίας, δηλαδή στους μισθούς, στην απασχόληση και στην κοινωνική προστασία, μέχρι να βελτιωθεί ικανοποιητικά ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Επομένως, επείγει να απασχολήσει την οικονομική μας πολιτική, η πραγματική σύγκλιση, και η βελτίωση των υποδομών και των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας, τόσο από ποσοτική άποψη, με τη μεγέθυνση του παραγωγικού δυναμικού, όσο και από ποιοτική, με την επιτάχυνση των ρυθμών αύξησης της παραγωγικότητας, ώστε να προφυλάξουμε τον κόσμο της εργασίας από συνέπειες, που θα είναι οδυνηρές και για την κοινωνική συνοχή αλλά και για την οικονομική δύναμη της χώρας μας.

Η προσήλωση της οικονομικής και της κοινωνικής πολιτικής στην πραγματική σύγκλιση της ελληνικής προς την ευρωπαϊκή οικονομία, είναι απαραίτητη για τη βελτίωση των επιδόσεών της στο ανταγωνιστικό περιβάλλον της ΟΝΕ. Ιδιαίτερη σημασία γι αυτό το στόχο έχει η αύξηση της παραγωγικότητας, αφού συμβάλλει στην αύξηση του παραγόμενου πλούτου, στη μείωση των πληθωριστικών πιέσεων, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και στην αύξηση της απασχόλησης.

Σε σχέση με το τελευταίο και σύμφωνα με τα αποτελέσματα σχετικής έρευνας του ΙΝ.Ε/Γ.Σ.Ε.Ε./ΑΔΕΔΥ, η αντιμετώπιση της ανεργίας και η προοπτική της απασχόλησης στην Ελλάδα, εξαρτώνται κατά κύριο λόγο, από τη στρατηγική και το περιεχόμενο της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής. Εξαρτώνται επίσης από την προοπτική συρρίκνωσης ή διεύρυνσης του Κοινοτικού Προϋπολογισμού και από το εύρος της αλληλεγγύης που ο Προϋπολογισμός αυτός θα αναπτύξει μεταξύ των κρατών – μελών, ώστε να μην αναγκασθούν εκείνα τα κράτη-μέλη που θα υστερούν σε ανταγωνιστικότητα, να εκτονώνουν αυτό το πρόβλημα στους μισθούς και στην αγορά εργασίας.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να βελτιώσει μία χώρα το επίπεδο ανταγωνιστικότητάς της σε συνθήκες ευρώ, είτε θα πρέπει να αυξήσει την ελαστικότητα των μισθών σε σχέση με την ανεργία, είτε να μειώσει τη διαρθρωτική ανεργία.

Το πρώτο μεταφράζεται, σύμφωνα πάντα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων και σε μείωση των μισθών. Το δεύτερο προϋποθέτει διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία, απελευθέρωση των αγορών και προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων.

Όμως, σύμφωνα με το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, το ποσοστό ανεργίας είναι δυνατό να μειωθεί κοντά στο 5% με διατήρηση των σημερινών διαρθρωτικών χαρακτηριστικών της αγοράς εργασίας. Με άλλα λόγια, το κατώτερο επίπεδο μέχρι το οποίο μπορεί να μειωθεί το ποσοστό ανεργίας, χωρίς να επιταχυνθεί ο πληθωρισμός, χωρίς να θιγεί το επίπεδο ανταγωνιστικότητας, χωρίς την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, αγγίζει το 5%.

Η απάντηση στην πρόκληση της ανταγωνιστικότητας δεν είναι η μείωση του κόστους εργασίας, η απορύθμιση της αγοράς εργασίας, των εργασιακών σχέσεων, του κράτους-πρόνοιας και η διεύρυνση της ανεργίας, αλλά η αύξηση της παραγωγικότητας και η βελτίωση των ποιοτικών διαστάσεων της παραγωγικής διαδικασίας.

Άλλωστε, η σύγχρονη έρευνα στην Ελλάδα και το εξωτερικό (ΟΟΣΑ 1999) δείχνει, ότι οι χώρες με την υψηλότερη ανταγωνιστικότητα είναι εκείνες που δεν στηρίζονται στη φτηνή εργασία, ούτε στην υποβάθμιση της απασχόλησης και στην απορύθμιση της αγοράς εργασίας.

Το ενιαίο νόμισμα πρέπει να είναι παραγωγικά, τεχνολογικά και εργασιακά ισχυρό. Όμως η ουσιαστική οικονομική και κοινωνική ολοκλήρωση της Ευρώπης απαιτεί μία διαφορετική σύλληψη της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με κυρίαρχα στοιχεία την ανάπτυξη, την απασχόληση, την αναδιανομή του εισοδήματος και την κοινωνική προστασία.

Μια τέτοια στρατηγική αποτροπής συνθηκών κοινωνίας 2/3, επιβάλλει τη διαμόρφωση ενός οικονομικά βιώσιμου και κοινωνικά αποτελεσματικού μείγματος οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, ο πυρήνας του οποίου απαιτείται να επικεντρωθεί στην αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας

  • με την αναβάθμιση των αναδιανεμητικών λειτουργιών του κράτους,

  • με τη μείωση των επιτοκίων και την αύξηση των επενδύσεων

καθώς και στην επίτευξη ισορροπίας ανάμεσα στην προστασία του εισοδήματος και την αύξηση της απασχόλησης μέσα από τη μείωση του χρόνου εργασίας.

Ας σημειωθεί ότι, σύμφωνα με έκθεση της Γενικής Διεύθυνσης Σχεδιασμού στη Γαλλία (Ιούνιος 2001), η μείωση των ωρών εργασίας (35ωρο), δημιούργησε από τον Ιούνιο του 1996 μέχρι τον Απρίλιο του 2001, 285.000 νέες θέσεις εργασίας στη Γαλλία και, σε συνδυασμό με την οικονομική ανάκαμψη της γαλλικής οικονομίας, σημειώθηκε μείωση της ανεργίας κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες (12,5% τον Ιούνιο του 1997 – 8,5% τον Ιούνιο του 2001).

Από αυτή την άποψη είναι προφανές ότι η αποτελεσματική μείωση της ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ανάγκη από μία Ευρωπαϊκή Συνθήκη για την Απασχόληση και την Κοινωνική Πολιτική.

· με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα,

· με κοινούς στόχους, κοινά μέσα και πόρους,

· με μηχανισμούς ελέγχου και αξιολόγησης των εφαρμοζόμενων πολιτικών

και όχι από αποσπασματικές δράσεις και «πρωτοβουλίες» για την απασχόληση.

Με αυτούς τους προβληματισμούς, αλλά και με εναλλακτικές στρατηγικές και πολιτικές για την αντιμετώπιση της ανεργίας και την αύξηση της απασχόλησης, η Ευρώπη μπορεί και πρέπει να πορευθεί προς τον 21ο αιώνα, ώστε να ενεργοποιήσει τις παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις των λαών της και να αποτελέσει φωτεινό παράδειγμα για τους λαούς των άλλων ηπείρων.

Κάθε άλλη προοπτική που θα οδηγούσε σε διεύρυνση της ανεργίας, της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, θα καθιστούσε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αρνητική, αν όχι εφιαλτική εκδοχή για τους Ευρωπαίους πολίτες.