Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Άρθρα / Ομιλίες / Συνεντεύξεις

ΘΕΜΑ [Άρθρο] Αρθρο του Δημήτρη Κουσελά, Βουλευτή Μεσσηνίας του ΠΑΣΟΚ, στην εφημερίδα "ΑΥΡΙΑΝΗ", με τίτλο, "Μεταρρυθμίσεις" με ...αιτία!!!
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 5/4/2006

Εφημερίδα ΑΥΡΙΑΝΗ 05 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2006

«ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ» ΜΕ�ΑΙΤΙΑ !!!

του Δημήτρη Κουσελά
Βουλευτή ΠΑΣΟΚ

Το τελευταίο χρονικό διάστημα η Ελληνική κοινωνία και οι εργαζόμενοι υφίστανται τις συνέπειες των λεγόμενων «μεταρρυθμίσεων» της Κυβέρνησης, βιώνοντας στην πράξη το πραγματικό τους περιεχόμενο.

Πριν από λίγες μέρες το γεύτηκαν �ξανά�- οι τραπεζοϋπάλληλοι, με την αυθαίρετη διάλυση των επικουρικών τους ταμείων και με την άνευ προηγουμένου αφαίρεση ασφαλιστικών τους δικαιωμάτων, προς όφελος των τραπεζιτών και των επίδοξων αγοραστών των αντίστοιχων Τραπεζών.

Μετά την επίδειξη «καλής θέλησης» προς τις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις με την υπογραφή της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, που ήταν αποτέλεσμα του αγώνα της ΓΣΕΕ, αλλά και των αρνητικών για την Κυβέρνηση σφυγμομετρήσεων, φαίνεται πως ήλθε η ώρα των ΔΕΚΟ.

Η Κυβέρνηση θα επιχειρήσει να υλοποιήσει το νόμο που μόνη της, χωρίς καμιά λαϊκή ή συνταγματική νομιμοποίηση, ψήφισε τον περασμένο Δεκέμβριο. �Ενα νόμο που δεν στοχεύει στην καλύτερη εξυπηρέτηση, στο χτύπημα της γραφειοκρατίας, στην καλύτερη ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών, όπως εύλογα θα ανέμενε κάθε καλόπιστος πολίτης, ούτε στον εξορθολογισμό και στην αναπτυξιακή προοπτική των ΔΕΚΟ.

�Αλλωστε για ποια εξυγίανση και ανάπτυξη να μιλήσει η Κυβέρνηση, όταν, παρ� όλες τις αυξήσεις των τιμολογίων της, η ΔΕΗ μείωσε τα κέρδη της κατά 35% μέσα σε 22 μήνες, τα ΕΛΤΑ κατά 38% το 2004 και 36% το 2005, ενώ ο ΟΤΕ, αν δεν είχε τις επενδύσεις στη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και τα Σκόπια, θα ήταν προβληματικός;

Για ποια εξυγίανση και ανάπτυξη να μιλήσει, όταν οι μισθοί των προέδρων, των συμβούλων και των πάσης φύσεως εκλεκτών διπλασιάστηκαν, όταν οι θέσεις των διευθυντών πολλαπλασιάστηκαν, όταν η διαφθορά έγινε καθεστώς και η ανικανότητα περισσεύει ;

Ο νόμος για τις «μεταρρυθμίσεις» στις ΔΕΚΟ είναι μονομερώς προσανατολισμένος σε μια τυφλή λογική περιορισμού του εργασιακού κόστους. Στοχεύει στην ανατροπή Κανονισμών Εργασίας, που έχουν διμερώς συμφωνηθεί, μέσα από ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Τα μισθολόγια των εργαζομένων, ο τρόπος εξέλιξής τους, τα βαθμολόγια, τα ωράρια αλλά και η σταθερότητα της απασχόλησης πρέπει κατά την Κυβέρνηση να καταργηθούν. Αφού με την πολιτική της κατέστησε ζημιογόνες τις περισσότερες ΔΕΚΟ, επιχειρεί να ρυθμίσει, κατά το δοκούν, τα μισθολογικά και τα εργασιακά ζητήματα που τις αφορούν.

Η Κυβέρνηση, παρακάμπτοντας κλαδικές ΣΣΕ και επιχειρησιακές συμφωνίες, επιδιώκει την υπαγωγή των νεοπροσλαμβανόμενων σε όλες τις ΔΕΚΟ στις ελάχιστες δυνατές ρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας.

Καταργεί τον έλεγχο των προσλήψεων από το ΑΣΕΠ, επιχειρώντας μια χωρίς προηγούμενο συνομωσία σε βάρος της νέας γενιάς, που βλέπει να καταρρακώνονται τα εργασιακά και τα ασφαλιστικά της δικαιώματα.

Στα χνάρια του Γάλλου Πρωθυπουργού De Villepin, η Κυβέρνηση αναδεικνύει την άρση της «μονιμότητας» των νέων ως το δήθεν «μεγάλο διαρθρωτικό της μέτρο» και επαίρεται για την κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων, καλώντας μάλιστα τους πολίτες να την επικροτήσουν, γιατί έτσι επέρχεται �εξίσωση προς τα κάτω !

Η δήθεν προθεσμία για «διάλογο» μέχρι τα τέλη Απριλίου, που έθεσε η Κυβέρνηση, είναι τελείως προσχηματική, αφού με ευθύνη των διοικήσεων σε πολλές ΔΕΚΟ ο διάλογος ούτε καν ξεκίνησε, ενώ σε όσες ΔΕΚΟ οι Διοικήσεις κάλεσαν τους εργαζόμενους σε διάλογο, δεν κατατέθηκε από αυτές καμιά πρόταση τροποποίησης των Κανονισμών Εργασίας.

Είναι πλέον φανερό ότι η Κυβέρνηση επιδιώκει να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του «διαλόγου», για να έλθει στη συνέχεια και να νομοθετήσει μονομερώς!

Ουσιαστικά, απώτερος στόχος της είναι να διαμορφώσει ΔΕΚΟ «σε συσκευασία δώρου», έτοιμες προς πώληση, χωρίς υποχρεώσεις και «βαρίδια», ελκυστικές για τους επίδοξους αγοραστές !

Γι� αυτό και εκ του πονηρού αποσιωπάται από την Κυβέρνηση ο κοινωνικός ρόλος των ΔΕΚΟ και η μέχρι σήμερα συνεισφορά τους.

Για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσον οι εργαζόμενοι, οι πολίτες και η κοινωνία θα αποδεχθούν αυτή την πρόκληση, θεωρώντας ότι εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα, ή αντίθετα θα αντιδράσουν, ακυρώνοντας τις ψευδεπίγραφες «μεταρρυθμιστικές» μεθοδεύσεις και αφήνοντας εκτεθειμένους τους εμπνευστές τους;